πάρδαλις

πάρδαλις
-άλεως, η, ΝΜΑ, πόρδαλις, ὁ, Α
παλαιά λόγια ονομασία γένους αιλουροειδών και ειδικότερα τής λεοπάρδαλης και τού οσελότου (α. «πόρδαλις
ὁ ἄρσην ἡ δὲ θήλεια πάρδαλις», Απολλώνιου Σοφιστού Λεξικόν
β. «πόρδαλιν οἱ ἄλλοι Ἕλληνες
Ἀττικοὶ πάρδαλιν», Φώτ.)
αρχ.
1. είδος αρπακτικού θαλάσσιου ψαριού
2. το πτηνό παρδαλός
3. είδος εμπλάστρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για δάνεια λ., ανατολικής προέλευσης, η οποία συνδέεται με: ιραν. Pwrδnκ, περσ. palang, αρχ. ινδ. prdāku-. To λατ. pardus, από όπου προήλθαν τα αρχ. άνω γερμ. pardo και ρωσ. pardus, έχει πιθ. σχηματιστεί από την ελλ. λ. πάρδαλις. Η ελλ. λ. είναι θηλυκού γένους (πρβλ. τίγρις) και εμφανίζει επίθημα -αλις (πρβλ. δάμ-αλις), το οποίο, όμως, παραμένει δυσερμήνευτο. Τέλος, η λ. χρησιμοποιήθηκε ως ονομ. ενός ψαριού, πιθ. λόγω τού χρώματος και τών κηλίδων του.].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πάρδαλις — leopard fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλει — πάρδαλις leopard fem nom/voc/acc dual (attic epic) παρδάλεϊ , πάρδαλις leopard fem dat sg (epic) πάρδαλις leopard fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλεις — πάρδαλις leopard fem nom/voc pl (attic epic) πάρδαλις leopard fem nom/acc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδαλίων — πάρδαλις leopard fem gen pl (epic doric ionic aeolic) παρδάλια leopards neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλεος — πάρδαλις leopard fem gen sg (attic epic) παρδάλεος of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλεσι — πάρδαλις leopard fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλεσιν — πάρδαλις leopard fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλιας — πάρδαλις leopard fem acc pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλιες — πάρδαλις leopard fem nom/voc pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρδάλιος — πάρδαλις leopard fem gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”